Σάββατο 29 Απριλίου 2017

Η Εορτή των Αγίων Ιάσονος, Σωσιπάτρου και Κερκύρας




Το Σάββατο  29 Απριλίου 2017  τελέστηκε ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία στο Ιερό Προσκύνημα των Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου, όπου βρίσκονται και οι τάφοι των Αγίων, με την παρουσία πλήθους πιστών.

Το θείο λόγο κήρυξε ο Πρωτ. Θεμιστοκλής Μουρτζανός, Γενικός Αρχιερατ. Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων, αναφέροντας συγκεκριμένα ότι όλοι οι άνθρωποι καυχόνται για κάτι. Κυρίως για όσα θα έχουν να θυμούνται οι μετέπειτα γενεές από εκείνους. Ο τόπος μας όμως καυχάται για τους Αγίους του. Σήμερα η Κέρκυρα εορτάζει και πανηγυρίζει  τη μνήμη των Αγίων Ιάσονος, Σωσιπάτρου, μαθητών του Αποστόλου Παύλου, εκείνοι που κήρυξαν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας στους Φαίακες, αλλά και τη μνήμη της Αγίας μεγαλομάρτυρος Κερκύρας.

Ακόμη ο π. Θεμιστοκλής υπογράμμισε τρεις λόγους για τους οποίους σήμερα καυχόμαστε για τους Αγίους Ιάσονα, Σωσίπατρο. Ο πρώτος λόγος είναι η αποστολικότητα των Αγίων, μετεφεραν δηλαδή αυτό που βίωσαν, την κοινωνία αγάπης και την Ανάσταση του Χριστού μας. Εγκατέλειψαν τις ανέσεις και τον τόπο τους, για να κάνουν κοινωνούς της σωτηρίας τους άλλους ανθρώπους. Ο δεύτερος λόγος είναι η ευλογία τους. Ευλογία είναι η παρουσία της Χάριτος του Τριαδικού Θεού στη ζωή των ανθρώπων, όπου ουρανός και γη ενώνονται υπερβαίνοντας έτσι το έδω και το τώρα. Και ο τρίτος λόγος της καύχησής μας είναι ότι οι Άγιοι αποτελούν πρότυπα  ζωής  και Ανάστασης. Εμείς από τη δική μας μεριά  έχουμε αποστολή να υπερβούμε το εγώ μας.

Καταλήγοντας ο π. Θεμιστοκλής αφού μετέφερε τις πατρικές ευχές του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου, προέτρεψε τους πιστούς, οι τρεις Άγιοι να αποτελέσουν πηγή ευθύνης για τη ζωή τους, ώστε η αποστολική παράδοση να μην χαθεί από τις καρδιές τους. 
 









 

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Το Εκκλησιαστικό Λύκειο Βελλάς στην Ι.Μ. Κερκύρας




Την Τετάρτη 26 Απριλίου 2017 στα πλαίσια της εκδρομής του στο νησί της Κέρκυρας το Εκκλησιαστικό Λύκειο Βελλάς, επισκέφθηκε τα γράφεια της Ι.Μ. Κερκύρας, όπου τους συνοδούς καθηγητές και τους μαθητές καλωσόρισε ο Πρωτ. Θεμιστοκλής Μουρτζανός, Γενικός Αρχιερατ. Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως, ο οποίος και μετέφερε τις ευχές του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου.

Ο π. Θεμιστοκλής ευχήθηκε σε μαθητές και καθηγητές να έχουν την ευλογία του προστάτη του νησιού Αγίου Σπυρίδωνος, καθώς και της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστης. Ακόμη προέτρεψε τα παιδιά να μην αφήνουν άδεια την  ψυχή τους, αλλά αυτή να γεμίζει από αγάπη, πίστη και ελπίδα προς τον Αναστάντα Κύριό μας.

Τέλος ο π. Θεμιστοκλής προσέφερε ευλογίες.
 



 

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Ε’ ΣΥΝΑΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ




Το Σάββατο 22 Απριλίου 2017 η Ιερά Μητρόπολις Τριμυθούντος διοργάνωσε την Ε’ Σύναξη των Συνδέσμων Γυναικών, όπου μεταξύ των ομιλητών, ήταν και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριος. Ακολουθεί η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :

Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ Η ΚΕΡΚΥΡΑ

 

Τα λείψανα των αγίων, πηγή αγιασμού και στήριγμα της πίστης του πληρώματος της Εκκλησίας, έχαιραν πάντοτε ιδιαίτερης τιμής μεταξύ των πιστών, αποτελούσαν δε θησαυρό ανεκτίμητο για τους τόπους που είχαν την ευλογία να τα φιλοξενούν. Τα δύο ελληνικά νησιά μας, η μεγαλόνησος Κύπρος αλλά και η αρχόντισσα του Ιονίου, η Κέρκυρα, υπερηφανεύονται και σεμνύνονται για τον Άγιο Σπυρίδωνα, τον οποίο τόσο δόξασε και ετίμησε ο Κύριος. Της πρώτης υπήρξε γέννημα και θρέμμα, της δε δεύτερης θησαυρόν ανεκτίμητον αποτελεί το τίμιο και σεπτόν σκήνωμά του.

Είναι γνωστός ο βίος του Αγίου μας. Επίσκοπος και ποιμένας των λογικών προβάτων, χωρίς όμως να εγκαταλείψει και την ζωή του απλού ποιμένα των αλόγων ζώων μέχρι το τέλος της ζωής του. Παρά την τιμή και το αξίωμα ο ταπεινός Σπυρίδων δεν άλλαξε καθόλου τη βιοτή του: φορούσε πάντα τα ίδια φτωχά ρούχα, τον ίδιο σκούφο από πλεγμένα φοινικόφυλλα. Παντού πήγαινε με τα πόδια και βοηθούσε στις γεωργικές εργασίες. Το Γεροντικό διασώζει την όμορφη διήγηση σύμφωνα με την οποία μια νύχτα μπήκαν στο μαντρί του Αγίου ληστές για να κλέψουν πρόβατα. Όταν, όμως, επιχείρησαν να βγούνε με τη λεία τους, ένιωσαν μία αόρατη δύναμη να τους ακινητοποιεί. Το πρωί ο Άγιος τους βρήκε και εκείνοι, καταντροπιασμένοι, του διηγήθηκαν τι τους είχε συμβεί. Ο Σπυρίδων τους απάλλαξε από τα δεσμά, τους νουθέτησε και τους δώρισε δύο κριάρια, «για τον κόπο της αγρυπνίας», όπως χαρακτηριστικά τους είπε.

Αυστηρός με τον εαυτό του και γεμάτος αγάπη με τους συνανθρώπους του, ο Σπυρίδων απέκτησε παρρησία ενώπιον του Θεού και έκανε πλήθος θαυμάτων. Με την προσευχή του έφερε βροχή η οποία απάλλαξε το νησί από την ξηρασία. Οι προσευχές του πάλι γκρέμισαν τις σιταποθήκες κάποιων πλουσίων που κρατούσαν το σιτάρι και δεν το έδιναν στον λαό. Ως άλλος Μωυσής μεταμόρφωσε ένα φίδι σε χρυσάφι για να βοηθήσει ένα φτωχό. Κι όταν αντιμετωπίσθηκε η ανάγκη, επανέφερε το φίδι στην προτέρα του κατάσταση, δοξάζοντας το Θεό.

Πάντα πρόθυμος να συνδράμει τους δεινοπαθούντες, πήγε να ελευθερώσει έναν άντρα που είχε καταδικασθεί σε θάνατο. Καθώς προχωρούσε, βρέθηκε μπροστά σε ένα ποτάμι που τα ορμητικά νερά του του έκοβαν το δρόμο. Ο Άγιος προσευχήθηκε και το νερό σταμάτησε για να περάσει ο Σπυρίδων χωρίς να βρέξει τα πόδια του.

Ο Χριστός ενεργούσε μέσα του δια του Αγίου Πνεύματος και του έδωσε εξουσία και επάνω στο θάνατο. Μετά από παράκληση μιας γυναίκας βαρβαρικής καταγωγής, ο Άγιος ανέστησε το νεκρό βρέφος της, που η ίδια είχε εναποθέσει στα πόδια του. Κι όταν εκείνη, από τη συγκίνηση, απέμεινε νεκρή, ο Άγιος ανέστησε και την ίδια. Όταν πέθανε η κόρη του Ειρήνη, πριν προλάβει να φανερώσει σε κάποια γυναίκα που είχε κρύψει το θησαυρό που της είχε εμπιστευθεί, ο Άγιος έσκυψε πάνω στον τάφο και ρώτησε τη νεκρή κόρη του που ήταν ο θησαυρός. Κι εκείνη, αφού του απάντησε, επέστρεψε στη σιωπή του θανάτου.

Η αρετή του φώτιζε τους ανθρώπους και τους έκανε να μετανοούν για τις αμαρτίες τους. Μία αμαρτωλή γυναίκα έπεσε στα πόδια του ανθρώπου του Θεού και τα έλουσε με τα δάκρυά της, όπως η πόρνη του Ευαγγελίου. Ο Άγιος τη συμπόνεσε, τη σήκωσε και της είπε το λόγο του Κυρίου «αφέωνταί σου αι αμαρτίαι», βοηθώντας την να ξεκινήσει μία νέα ζωή.

Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου, αυτοκράτορας ανέλαβε ο γιος του Κωνστάντιος, που ήταν φίλα προσκείμενος στον Αρειανισμό. Ενώ βρισκόταν στην Αντιόχεια αρρώστησε σοβαρά, χωρίς ελπίδα να γιατρευθεί. Μετά από όραμα του αυτοκράτορα, ο Άγιος εκλήθη στο ανάκτορο μαζί με το μαθητή του Άγιο Τριφύλλιο. Μόλις έφθασε στο προσκέφαλο του βασιλιά, τον θεράπευσε από τη σωματική ασθένεια, εφιστώντας του την προσοχή για την ψυχική του υγεία, η οποία κινδύνευε από τη λοιμική των αιρέσεων. Ο αυτοκράτορας τον γέμισε δώρα και χρυσό, που ο Άγιος μοίρασε στο λαό του στην Κύπρο.

Μετά την οσιακή κοίμησή του, το σκήνωμά του παρέμεινε άφθαρτο, πλην της δεξιάς χειρός του. Μέχρι τον 7ο αιώνα βρισκόταν στην Κύπρο. Κατόπιν, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την άλωση της Πόλης μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα το 1456, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα ως θησαυρός πολυτίμητος στον περικαλή ναό που φέρει το όνομά του.

Το νησί ξεπέρασε πολλές δοκιμασίες χάρις στον Άγιο. Τέσσερις φορές η βενετοκρατούμενη Κέρκυρα σώθηκε είτε από ασθένειες, είτε από την πείνα, είτε από την επιδρομή των Τούρκων.

Ειδικότερα, το 1553 ο Άγιος έσωσε το νησί από την πείνα εξαιτίας της σιτοδείας που επικρατούσε. Για το λόγο αυτό καθιερώθηκε η λιτανεία του Μεγάλου Σαββάτου. Το 1630 απάλλαξε το νησί από την πανώλη. Για το λόγο αυτό καθιερώθηκε η λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων. Το 1673 παρενέβη και πάλι και έσωσε για δεύτερη φορά την Κέρκυρα από την πανώλη. Για το λόγο αυτό καθιερώθηκε η λιτανεία κάθε πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου (Πρωτοκύριακο).

Τέλος, την αιφνίδια λύση της δεύτερης πολιορκίας της Κέρκυρας από τους Τούρκους (1716) και την εσπευσμένη τους αναχώρηση ο λαός απέδωσε σε θαυματουργική παρέμβαση του πολιούχου του Αγίου Σπυρίδωνα. Οι Τούρκοι, με τον πόλεμο του 1715 ανέκτησαν την Τήνο, την Πελοπόννησο, τα Κύθηρα και τα τρία Φρούρια της Κρήτης, που απέμεναν ακόμα στη Βενετία. Αν έπεφτε και η Κέρκυρα, που ήταν τότε η πύλη της Αδριατικής, ο κίνδυνος θα έκρουε τις θύρες της ίδιας της Βενετίας. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης οι Κερκυραίοι καθιερώσανε την ετήσια λιτάνευση του σκηνώματος του Αγίου (11ης Αυγούστου) και η βενετσιάνικη Σύγκλητος του αφιέρωσε ασημένια επτάφωτη καντήλα.

Εξάλλου, το 1718 ο Άγιος, με θαυμαστό τρόπο, απέτρεψε το Βενετό διοικητή Ανδρέα Πιζάνι από το να οικοδομήσει λατινικό αλτάριο στο ναό. Η ανάμνηση του θαύματος εορτάζεται κάθε χρόνο στις 12 Νοεμβρίου.

Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 μ.Χ., η Κέρκυρα δεχόταν επί ένα έτος τις καθημερινές αεροπορικές επιθέσεις των Ιταλών αεροπόρων, εν τούτοις οι ζημιές υπήρξαν ελάχιστες.

    Κατά τις επιδρομές αυτές που δεν σταμάτησαν ούτε και τα Χριστούγεννα συνέβαινε κάτι το πολύ περίεργο. Αν και τα Ιταλικά αεροπλάνα πετούσαν συνήθως πολύ χαμηλά, μια και η Κέρκυρα δεν διέθετε αντιαεροπορική άμυνα, εν τούτοις οι βόμβες τους κατά κανόνα δεν έπεφταν μέσα στην πόλη, αλλά μακριά στη θάλασσα. Λες και κάποιο χέρι τις έσπρωχνε εκεί. Κι όταν κάποτε σ' ένα βομβαρδισμό μια βόμβα έπεσε στον γυναικωνίτη της εκκλησίας του αγίου, που ας σημειωθεί ήταν γεμάτη από γυναικόπαιδα, η βόμβα δεν εξερράγη. Ο πυροδοτικός της μηχανισμός δεν λειτούργησε. Ο άγιος δεν το επέτρεψε.

Ο Άγιος επιτέλεσε πολλά θαύματα και στους ανθρώπους. Χαρακτηριστική ήταν η θεραπεία του Θεοδώρου, εμπόρου από την Ανατολή, ο οποίος τυφλώθηκε ολοσχερώς. Ο Θεόδωρος προσέτρεξε με θερμή πίστη στο ναό του Αγίου, και εκείνος του χάρισε και πάλι το φως (η ανάμνηση του θαύματος αυτού πανηγυρίζεται στις 13 Ιουλίου).

Αλλά και άλλοι γεύτηκαν και γεύονται την αγάπη και την αγαθοεργία του Αγίου. Αυτό μαρτυρούν και τα πολλά αφιερώματα στο ναό του.

Για τον πιστό άνθρωπο ο Άγιος αποτελεί μίαν από αιώνων καταφυγή σε δύσκολες στιγμές για παραμυθία, για εναπόθεση ελπίδων, για επίκληση βοήθειας. Η πίστη για τη δυνατότητα του Αγίου να αναμειγνύεται στα ανθρώπινα και για τη δύναμή του να τα ρυθμίζει κατά τη δική του βούληση, κατέληξαν στη βεβαιότητα για την ανταπόκριση του Αγίου σε κάθε ευλαβική επίκληση. Επενισχύεται, έτσι, το συναίσθημα της ασφάλειας και ο πιστός άνθρωπος, με υψηλό ηθικό, αντιμετωπίζει τις εναντιότητες της ζωής.

Πολλές είναι οι εκδηλώσεις ευλάβειας των Κερκυραίων στο πρόσωπο του Αγίου μας. Καταγράφουμε ενδεικτικά κάποιες από αυτές:

Δεν υπάρχει σπίτι στην Κερκυραία στο οποίο να μην ακούγεται το όνομα Σπυρίδων/ Σπυριδούλα.

«Να σου το χαρίσει ο Άγιος». Είναι μία συνηθισμένη ευχή που απευθύνεται στις μητέρες. Τη συνοδεύει η ακλόνητη πίστη πως αρκεί και μόνη η επίκληση σε αυτόν, για να θέσει τον καθένα κάτω από την προστασία του και να του χαρίσει μακροημέρευση και ευτυχία. Αλλά και αποτελεί έκφραση ευγενών συναισθημάτων και απρόσωπης κοινωνικής αλληλεγγύης η ευχή των ανθρώπων του λαού «με καλήν ώρα», όταν η βαριά καμπάνα του ναού σημαίνει παράκληση για κάποιαν άγνωστη επίτοκο.

Η πίστη της αφειδώλευτης βοήθειας του Αγίου συνοδεύει το λαϊκό άνθρωπο «εν παντί και πάντοτε» και όχι μόνο στις ώρες της ανάγκης. Το αρτισύστατο ζευγάρι, που ξεκινάει να οδεύσει χειροπιαστό σε μίαν ολόκληρη ζωή, με κοινές τις χαρές και τις λύπες, τοποθετεί την αφετηρία του στο ναό του, για να τον καλέσει ευχέτη και συνοδοιπόρο του. Θα εναποθέσει δειλά πάνω στη λάρνακά του τους χρυσούς κρίκους των αρραβώνων, για να δεχθούν κάτι από την αγιότητά του.

Σαν κατάλοιπο παλιού εθίμου απόμεινε, στα πανηγύρια ναών που γιορτάζουν, η πώληση από μικροπωλητές ταινιών, που τις αποκαλούν «μέτρες» στην Κέρκυρα. Οι «μέτρες» ήταν, αρχικά, ένα απλό νήμα, που με αυτό «μετρούσαν» τις διαστάσεις μιας θήκης λειψάνων η μιας θαυματουργής εικόνας.

Η επαφή του νήματος με τον άγιο της εικόνας η των λειψάνων διοχέτευε σ’ αυτό «δύναμη» ικανή να προφυλάσσει το φορέα. Από εδώ και η κοινή πίστη πως και ένα ελάχιστο τεμάχιο από τις εμβάδες, τα «πασουμάκια» του Αγίου αποτελεί αλεξίκακο φυλαχτό. Η ζήτησή του στο παρελθόν επέβαλε στους προϊσταμένους του ναού το έθιμο της διανομής, σαν είδος αντιδώρου στους προσκυνητές και αφιερωτές του.

Εκτός από τα «πασουμάκια» και η ίδια η λάρνακα αποτελεί εστία «χάριτος». Για τον άνθρωπο του λαού είναι απαράβατος ο όρκος: « Μα την κάσα τ’ Αγιού».

Στη λάρνακά του καταθέτει την ευλάβεια και αφοσίωσή του ο λαός του νησιού. Αποτελεί αυτή το θρησκευτικό του κέντρο, αέναη πηγή πίστεως, παρηγοριάς και ελπίδων. Στην Κέρκυρα, η λιτάνευση της εικόνας της Αναστάσεως, τις μέρες της Διακαινησίμου, αποτελεί έθιμο απαράβατο. Κατά τη διάρκειά της, πολλοί είναι οι κάτοικοι της υπαίθρου που ζητούν την τέλεση παρακλήσεως μπρος από το σπίτι η το χωράφι τους. Στις περιπτώσεις αυτές η πομπή στρέφεται προς την κατεύθυνση της πόλεως, σ’ ένδειξη της ιδιαίτερης τιμής προς τον Άγιο του νησιού.

Ο ναός ο οποίος στεγάζει σήμερα το σκήνωμα του αγίου, κτίστηκε στα 1589 μ.Χ.. Ο ναός ακολουθεί τον τύπο που κυριαρχεί γενικά στην επτανησιακή ναοδομία (ορθόδοξη και λατινική), δηλαδή, εκείνον της ξυλόστεγης και κεραμοσκέπαστης μονόκλιτης βασιλικής.

Ο χώρος του ιερού χωρίζεται από τον υπόλοιπο ναό με ψηλό μαρμάρινο τέμπλο. Στον ανατολικό τοίχο του ανοίγονται τρεις ημικυκλικές κόγχες: μία μεγαλύτερη, που αντιστοιχεί στο κεντρικό τμήμα, όπου βρίσκεται η Αγία Τράπεζα (με το τυπικό στην κερκυραϊκή ναοδομία λίθινο κιβώριο) και δύο μικρότερες που αντιστοιχούν αφενός στην πρόθεση και αφετέρου στο διακονικό.

Στο δυτικό μέρος βρίσκεται ο νάρθηκας (που επικοινωνεί με τοξοστοιχία τριών τόξων με το χώρο του κυρίως ναού) με τον υπερκείμενο γυναικωνίτη. Σήμερα ο χώρος αυτός χρησιμοποιείται από την χορωδία.

Προς την ανατολή, οι τοίχοι του ναού προεκτείνονται, δημιουργώντας έναν κλειστό περίβολο, μπροστά από τον οποίο και σε επαφή με το βορειοανατολικό άκρο του μνημείου βρίσκεται το πυργοειδές κωδωνοστάσιο. Στη συνέχεια του κωδωνοστασίου (ανατολικά και δυτικά) βρίσκεται μία σειρά μικρών κτισμάτων, που εξυπηρετούν λειτουργικές ανάγκες του ναού.

Εξωτερικά τον χαρακτηρίζει η λιτότητα και η πίεση του χώρου, αλλά, εσωτερικά η λαμπρότητα και η πλούσια διακόσμηση. Διαθέτει πλήθος αναθημάτων, κανδηλίων, κηροστατών, κηροπηγίων, Ευαγγελίων, κ.α. ιερών σκευών, κατά το πλείστον χρυσών η αργυρών.

Μετά από κάποια χρόνια, το έτος 1590 άρχισε και η κατασκευή του υψηλού πυργοειδούς κωδωνοστασίου. Κατά τη χρονική εκείνη περίοδο μεταφέρθηκε εκεί οριστικά το Ιερό Λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος, μετά από την παραμονή του σ’ άλλους ναούς της πόλεως της Κέρκυρας, για σαράντα περίπου χρόνια.

Το σημερινό τέμπλο του ναού, κατασκευασμένο από μάρμαρο της Πάρου, κατασκευάστηκε το 1864 μ.Χ. και είναι έργο του αυστριακού αρχιτέκτονα Μάουερς.

Η αρχική ουρανία του ναού ήταν ζωγραφισμένη από τον ζωγράφο Παναγιώτη Δοξαρά. Αργότερα όμως τα έργα του αντικαταστάθηκαν από εντυπωσιακές εικονογραφήσεις του Κερκυραίου ζωγράφου Νικολάου Ασπιώτη το 1852 μ.Χ., οι οποίες απεικονίζουν την ζωή και τα θαύμα του Αγίου. Οι εικόνες του τέμπλου είναι φτιαγμένες από τον επίσης Κερκυραίο ζωγράφο, Σπύρο Προσαλένδη.

Η σημερινή λάρνακα φτιάχτηκε στη Βιέννη το 1867 μ.Χ. Είναι από σκληρό, πολυτελές ξύλο με εξωτερική ασημένια επένδυση. Βρίσκεται τοποθετημένη μέσα στην κρύπτη, η οποία δημιουργήθηκε ειδικά για να δεχθεί το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνα, το οποίο επισκέπτονται χιλιάδες ξένοι και ντόπιοι επισκέπτες.

Το 1985 η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία επέστρεψε στην Κέρκυρα, χάρις σε συντονισμένες ενέργειες του μακαριστού προκατόχου μας Μητροπολίτου Κερκύρας Τιμοθέου Τριβυζά, τμήμα της δεξιάς χειρός του Αγίου, το οποίο βρισκόταν στην Ρώμη, πιθανότατα αποκομμένο από τους σταυροφόρους. Παρότι είναι το μοναδικό μέρος του λειψάνου του Αγίου που δεν είναι άφθορο, το δεξί χέρι του Αγίου αποτελεί πηγή ευλογίας για τον λαό μας, τόσο στις λιτανείες, όσο και σε ιερές αποδημίες, οπότε και μεταφέρεται προς ευλογίαν των χριστιανών άλλων τόπων, οι οποίοι δεν έχουν την δυνατότητα να έρθουν στην Κέρκυρα και να προσκυνήσουν το ακέραιο λείψανο του Αγίου μας. 

Με τον ερχομό του λειψάνου τόσο η ελληνορθόδοξη κοινότητα όσο και η ίδια η Βενετία, με αποφάσεις και διατάγματα, καθιέρωσαν τις λιτανείες του ιερού λειψάνου σε ανάμνηση μεγάλων θαυμάτων που είχαν σχέση με τη σωτηρία της πόλης και του νησιού από λοιμούς και επιδρομές βαρβάρων, ενσωματώνοντάς τες στις επίσημες γιορτές της πόλης.

Έτσι σήμερα το σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνος λιτανεύεται τέσσερις φορές το χρόνο. Την Κυριακή των Βαΐων για την απαλλαγή του νησιού από επιδημία πανώλης το 1629 μ.Χ. Το Μεγάλο Σάββατο γιατί το έτος 1533 μ.Χ. το νησί επλήγη από μεγάλη καταστροφή της σοδιάς των σιτηρών. Την 11η Αυγούστου για την διάσωση του νησιού από σφοδρή επιδρομή των Τούρκων το 1716 μ.Χ. και την πρώτη Κυριακή του μηνός Νοεμβρίου για δεύτερη επιδημία πανώλης το 1673 μ.Χ.

Όλα αυτά τα στοιχεία που παρουσιάσαμε στην αγάπη σας δείχνουν την σημασία της παρουσίας του Αγίου στην Κέρκυρα. Όμως ο Άγιος δεν περικλείεται σε έναν τόπο. Είναι Άγιος όλης της Εκκλησίας και γι’  αυτό πρεσβεύει για όλους όσους επικαλούνται την χάρη του. Το ότι τον φιλοξενεί η Κέρκυρα  δεν συνεπάγεται ότι εκείνος ξεχνά τον τόπο στον οποίο γεννήθηκε, μεγάλωσε και αγίασε, την μεγαλόνησο Κύπρο, όπως επίσης και απανταχού της γης, όπου τιμάται. ο Άγιος αποτυπώνει αυτό που είναι η Εκκλησία. Σύναξη πιστών στο όνομα του Χριστού, σώμα Χριστού, το οποίο υπερβαίνει τα όρια του χρόνου και του τόπου. Και αυτό βιώνεται ιδιαίτερα στην Θεία Λειτουργία, η οποία είναι υπέρ της οικουμένης, της αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας. Όσοι έχουμε την ευλογία να τελούμε την Θεία Λειτουργία στον ναό του Αγίου αισθανόμαστε αυτή την χάρη της πανανθρώπινης ενότητας, αισθανόμαστε συνεχιστές και του έργου του Αγίου μας.

Εκείνος ξεκινούσε από τη λειτουργία, συλλειτουργώντας με τους Αγγέλους και ζώντας διαρκώς την ανάμνηση του Κυρίου, να φέρει την Βασιλεία του Θεού στους ανθρώπους. Από τη λειτουργία έπαιρνε δύναμη για να ειρηνεύει. Από τη λειτουργία έπαιρνε δύναμη για να αγαπά όλους. Από τη λειτουργία έπαιρνε δύναμη για να είναι ποιμένας. Από τη λειτουργία έπαιρνε δύναμη για να κάνει θαύματα. Από τη λειτουργία έπαιρνε δύναμη για να κηρύττει το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού λόγω και έργω στους ανθρώπους και τον κόσμο.

            Βλέπουμε τον Άγιο μας πώς δοξάστηκε από το Θεό. Τον μνημονεύουμε σε κάθε Θεία Λειτουργία. Συμπροσεύχεται με μας, ώστε όσοι είμαστε πιστοί να μπορούμε να ζούμε τον τρόπο της λειτουργίας, «του φόβου του Θεού» με τον πνευματικό αγώνα και την ευσέβεια, «της πίστεως», με την συνειδητή συμμετοχή μας στα μυστήρια της Εκκλησίας και την γνώση των αληθειών της Ορθοδοξίας, και «της αγάπης», με την ειρήνη και την συγγνώμη προς τον συνάνθρωπο, με την ελεημοσύνη και την προσφορά προς τον αναξιοπαθούντα και την ανοχή σε όσους μας εχθρεύονται, για να είμαστε φορείς του τρόπου της Βασιλείας του Θεού στην εποχή μας. Και αυτή είναι η ζωή. Από τη λειτουργία ξεκινώντας, ζούμε τον αγιασμό σε κάθε άλλο έργο μας και, χωρίς να είμαστε εκτός της πραγματικότητας, ζούμε αλλιώς, όπως θέλει ο Θεός και η παράδοσή μας. 

 Κύπρος και Κέρκυρα συνδεόμαστε και διά του Αγίου μας.  Αυτή η ενότητα αποτυπώνεται στην Θεία Λειτουργία, στην προσευχή όλων υπέρ όλων, αλλά και στην επιθυμία μας να μιμηθούμε τον Άγιό μας.              Σήμερα, λοιπόν, σε μια ιδιαίτερα δύσκολη εποχή που όλοι μας έχουμε ανάγκη και αναζητούμε «όρον και εικόνα πολιτείας αρίστης», τόσο για τους Κυπρίους όσο και τους Κερκυραίους αλλά και για ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο ο Άγιος Σπυρίδων ας αποτελεί παντοτινό παράδειγμα ευσεβείας, αρετής, ζήλου και φιλανθρωπίας.

Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη, αδελφοί!
 



 

 

 

 

2007-2017: Δέκα χρόνια από την Ανασύσταση της Ιεράς Μητροπόλεως Τριμυθούντος




Στα πλαίσια του Α’ Επιστημονικού Συνεδρίου που πραγματοποιείται στην Κύπρο για τα δέκα χρόνια από την ανασύσταση της Ιεράς Μητροπόλεως Τριμυθούντος, την Πέμπτη 20 Απριλίου 2017, όπου μεταξύ των  ομιλητών ήταν και   ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριος. Ακολουθεί η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :

 

ΣΠΥΡΙΔΩΝ, ΜΑΚΑΡΙΕ, ΣΟΦΕ

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΣ ΟΔΗΓΟΣ ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ

Η Κύπρος και η Κέρκυρα είναι δύο τόποι στους αντίποδες. Η Κύπρος σε σχέση με τον σημερινό ελλαδικό χώρο βρίσκεται στο νοτιανατολικό άκρο. Η Κέρκυρα βρίσκεται στο βορειοδυτικό. Κοινά σημεία των δύο νησιών ο ελληνισμός και η ορθοδοξία. Πρόσωπο που ενώνει και τα δύο ο Άγιος Σπυρίδων. Τέκνο «της νήσου των Αγίων», που είναι η Κύπρος, ο Άγιος Σπυρίδων αναπαύεται στη αρχόντισσα του Ιονίου. Στην Κύπρο έζησε, εκεί αγίασε, αλλά η αγιότητα δεν κλείνεται σ έναν τόπο. Είναι δωρεά Θεού που απλώνεται σε όλη την οικουμένη. Και ο Άγιος είναι η δωρεά του Θεού σε όλη την ανθρωπότητα, καθότι και εκεί όπου δεν υπάρχουν ορθόδοξοι, αλλά ρωμαιοκαθολικοί χριστιανοί, τιμάται ο θαυματουργός Σπυρίδων. Η Κέρκυρα όμως έχει το ακριβό προνόμιο να φυλάσσει το ιερό σκήνωμά του. Να είναι αυτή στην οποία ο Άγιος αναπαύεται, για να στέλνει από τον ναό του την χάρη και την ευλογία της αγιότητας απανταχού της γης.

Στο Απολυτίκιο του αγίου τον χαρακτηρίζουμε με δύο ξεχωριστά επίθετα: «μακάριο»  και «σοφό». Αν αναρωτηθούμε αυτές οι δύο λέξεις τι σημαίνουν για την εποχή μας, θα διαπιστώσουμε ότι η εκκλησιαστική γλώσσα αποτυπώνει ένα αλλιώτικο ήθος. «Σοφός»  για τον κόσμο είναι αυτός ο οποίος έχει γνώσεις, εμπειρίες, γνωρίζει να δίνει καλές συμβουλές, είναι άνθρωπος της γαλήνης και της εμπιστοσύνης. «Μακάριος»  για τον κόσμο είναι αυτός ο οποίος έχει ευτυχήσει. Έχει τα αγαθά που του εξασφαλίζουν αυτάρκεια. Έχει την αποδοχή των πολλών. Έχει πρόσβαση στις ανέσεις και τις ηδονές του βίου. Τον ζηλεύουν οι άλλοι άνθρωποι. Κάνει ανδραγαθήματα. Και τα δύο επίθετα αναφέρονται σε ανθρώπους που θα λέγαμε ότι είναι διάσημοι, ξεχωριστοί.

Για την εκκλησιαστική μας παράδοση όμως, όπως αυτό διαφαίνεται και στο πρόσωπο του Αγίου Σπυρίδωνα, ο «μακάριος»  και ο «σοφός»  είναι δύο χαρακτηρισμοί που κινούνται σε μία άλλη σφαίρα. Πρώτον διότι αποδίδονται σε ανθρώπους που έχουν αυτά χαρακτηριστικά όχι ως αποκτήματα ή προσωπικά χαρίσματα, αλλά ως δοχεία της χάριτος του Θεού. Δεν είναι δηλαδή αυτάρκεις, αλλά αποτυπώνουν την παράδοση της ύπαρξής τους στο έλεος του Θεού, στην κοινωνία με ένα Πρόσωπο το οποίο υπερβαίνει τον χρόνο και τις διαστάσεις της ζωής. Αυτό το πρόσωπο σαρκώθηκε και έτσι μπορούμε να κοινωνήσουμε μαζί Του την αιωνιότητα, αλλά και να ενεργοποιήσουμε κάθε χαρακτηριστικό αυτού που ονομάζουμε «εικόνα Θεού» και το οποίο βρίσκεται ως δωρεά εντός μας. Όμως αυτή η ενεργοποίηση δεν έχει να κάνει μόνο με την δωρεά του Θεού. έγκειται και στο γεγονός ότι οι άνθρωποι που γίνονται φορείς της είναι ενταγμένοι μέσα στην Εκκλησία.

Η Εκκλησία δεν είναι μόνο ένας θεσμικός χώρος. Δεν έχει μόνο ιστορία, ούτε εγκλωβίζεται στην παράδοση των ηθών, των νοοτροπιών, μιας συνέχειας στους αιώνες που έχει τα σύμβολά της και τα πρόσωπα που ξεχωρίζουν. Η Εκκλησία χτίζεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και ταυτόχρονα στην κοινωνία ζώντων και νεκρών με τον Θεό και μεταξύ τους. Επομένως, πέρα από την όποια θεσμική εμφάνιση και παρουσία η Εκκλησία αποτελείται από πρόσωπα στα οποία επαναπαύεται η χάρις του Θεού. Γι’  αυτό και τα επίθετα «μακάριος» και «σοφός» δεν αποδίδονται σε ανθρώπους αυτόνομους, ξεχωριστούς μεν, αλλά που υπάρχουν για το εγώ τους. Αποδίδονται σε εκείνους οι οποίοι μέσα στην ζωή της Εκκλησίας κοινώνησαν τον Θεό και μοιράστηκαν την χάρη και την δωρεά του Αγίου Πνεύματος με τους συνανθρώπους τους, με τα πρόσωπα των άλλων. Και αυτό το μοίρασμα δεν περιορίστηκε στον χρόνο της παρούσας ζωής. Συνεχίζεται και στην αιωνιότητα, διότι οι «μακάριοι»  και «οι σοφοί», του Κυρίου επιτρέποντος, δεν αφήνουν απλώς ιστορικά ίχνη ή μία βιογραφία- συναξάρι για να τους προσεγγίζουμε και να μαθαίνουμε ότι υπήρξαν. Οι «μακάριοι» και οι «σοφοί»  είναι οι ζωντανές παρουσίας, τα ζωντανά Ευαγγέλια στην Εκκλησία, δηλαδή στις καρδιές και την συνείδηση όσων αισθάνονται ότι είναι μέλη του ίδιου σώματος με εκείνους, όσους μεταλαμβάνουν το ίδιο Σώμα και Αίμα Χριστού που και εκείνοι μεταλάμβαναν, σε όσους πιστεύουν ότι οι Άγιοι μπορούν να αλλάξουν τις ζωές μας, όχι γιατί εξασφάλισαν ένα είδος παντοδυναμίας που νικά τον χρόνο, αλλά γιατί η χάρις του Θεού δεν περιορίζεται από την κτιστότητα και την φθαρτότητα της εδώ ζωής.

Οι «μακάριοι» και οι «σοφοί» είναι οι οδηγοί μας στην οδό της Βασιλείας και εκτός του ότι έγιναν οι ίδιοι σημεία της, εκφράζουν με σημεία που συνεχίζουν να κάνουν και σήμερα την πραγματικότητά της. Θαυματούργησαν και θαυματουργούν. Προστάτευσαν και προστατεύουν όσους τους ευλαβούνται. Δεν αποτελούν απλώς θεσμούς για έναν τόπο, όπως το εκκοσμικευμένο πρότυπο θα ήθελε, για να μπορεί να τους αποδομεί κιόλας ή να τους εκμεταλλεύεται υλικά, διακηρύσσοντας ταυτόχρονα τον θρησκευτικό αποχρωματισμό. Ο Άγιος δεν είναι απλώς ο προστάτης μιας πόλης. Είναι η μαρτυρία της Εκκλησίας στους αιώνες και την ίδια στιγμή η απόδειξη ότι η πίστη μας είναι σε Θεό ζώντων και όχι νεκρών.

«Μακάριοι»  ονομάζονται οι άγιοι στην γλώσσα της Εκκλησίας διότι έζησαν την νέα πραγματικότητα των μακαρισμών της Βασιλείας που ο Χριστός έφερε στον κόσμο (Ματθ. 5,3-16, Λουκ. 6, 20-26).

            Μακάριος είναι «ο πτωχός τω πνεύματι», δηλαδή ο ταπεινός.  Είναι ο «πενθών» για τις αμαρτίες τις δικές του και του κόσμου, αυτός που δεν συμβιβάζεται με το κακό, αλλά το αρνείται. Είναι ο «πραύς», αυτός που επιλέγει ως απάντηση στο μίσος και την εκδίκηση του κοσμικού πνεύματος την πραότητα και την καλοσύνη. Είναι «ο πεινών και διψών την δικαιοσύνη», αυτός δηλαδή που βλέπει τον κόσμο όχι με κριτήριο το δίκιο και το δικαίωμα, αλλά την αγάπη, διότι αυτό σημαίνει «θεία δικαιοσύνη», η αγάπη του Θεού προς όλους, αγαθούς και πονηρούς. Είναι ο «ελεήμων», αυτός που δίνει ό,τι έχει και παρακαλεί τον Θεό γι’  αυτό που δεν έχει, ώστε να δοθεί στον πλησίον. Είναι ο «καθαρός τη καρδία», αυτός που έχει φωτιστεί από το Άγιο Πνεύμα, έχει αφήσει κατά μέρος τα πάθη και τον εγωκεντρισμό και κοινωνεί τον Θεό. Είναι «ο ειρηνοποιός», αυτός που βοηθά στην συμφιλίωση των ανθρώπων, με κριτήριο την αλήθεια. Είναι «ο δεδιωγμένος ένεκεν δικαιοσύνης», αυτός δηλαδή ο οποίος υφίσταται διωγμούς και απορρίψεις εξαιτίας της αγάπης του για τον Θεό.  Είναι τέλος, αυτός που «διώχθηκε, συκοφαντήθηκε, υβρίστηκε ένεκεν του Ευαγγελίου», όχι μόνο ενόσω ζούσε, αλλά και μετά θάνατον.

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά τα είχε ο Άγιος Σπυρίδων, ο άγιος της Κύπρου και της Κέρκυρας, ο άγιος όλης της Ορθοδοξίας. Ταπεινός βοσκός αλόγων και ελλόγων προβάτων σε όλη του την ζωή. Δεν εγκατέλειψε τα πρόβατά του, ούτε και στην δόξα του επισκοπικού αξιώματος. Δεν συμβιβάστηκε με το κακό ποτέ. Αφιέρωσε την ζωή του ώστε να απαλύνονται οι συνέπειές του και όλα τα θαύματά του ήταν για να μην πάθει κακό ο πλησίον, όπως επίσης και η διδασκαλία του αποσκοπούσε στην μετάνοια του λαού, ακόμη και των αιρετικών, όπως διεφάνη στην Α’  Οικουμενική Σύνοδο με το θαύμα του κεραμιδιού, με το οποίο ο Άγιος ήθελε να κάνει τον Άρειο να μετανοήσει. Ήταν πράος στην καρδιά. Διαλεγόταν με άλλους και όλοι τον είχαν ως πατέρα τους πνευματικό, διότι στον πράο άνθρωπο συναντούμε αυτό που ονομάζουμε «εμπιστοσύνη». ‘Ήταν άνθρωπος αγάπης και έφτασε στο σημείο να κάνει το φίδι χρυσάφι, να μιλήσει με την νεκρή κόρη του, να σταματήσει το ρεύμα του ποταμού μόνο και μόνο για να προσφέρει αγάπη στους συνανθρώπους του που την είχαν ανάγκη. Ήταν λοιπόν και ελεήμων. Ήταν καθαρός στην καρδιά, γι’ αυτό και συλλειτουργούσε με τους αγγέλους. Το ποίμνιό του τον εξέλεξε επίσκοπο διότι κοντά του έβρισκε ειρήνη και γαλήνη. Και στην εποχή κατά την οποία οι αυτοκράτορες επέλεγαν να ακολουθούν αιρετικές ιδέες, ο άγιος κήρυττε άφοβα μετάνοια, χωρίς να υπολογίζει διωγμούς και δυσκολίες. Αλλά και μετά θάνατον, ιδίως στους καιρούς μας, ο άγιος βιώνει την αμφισβήτηση και την απόρριψη από ομάδες ανθρώπων που θέλοντας να χτυπήσουν την αλήθεια της πίστεως, χωρίς ντροπή, ειρωνεύονται την αφθαρσία του λειψάνου του και το σημείον του ουρανού που είναι η παρουσία του.        

Με αυτά τα χαρακτηριστικά, εκτός της Εκκλησίας και της ζωής της, ο Άγιος δεν θα είχε καμία αναγνώριση από το εκκοσμικευμένο πνεύμα. Πιθανότατα θα θεωρούνταν ένας περιθωριακός άνθρωπος, ο οποίος δεν θα είχε καμία αξία για τον κόσμο, αλλά μόνο για όσους πιστεύουν στον Θεό. Οι πολλοί μάλιστα θα θεωρούσαν τα χαρακτηριστικά της μακαριότητας του Αγίου ως αναχρονισμό. Βλέπουμε όμως ότι για όσους πιστεύουν στον Θεό, τα στοιχεία της ζωής του υπερβαίνουν ως αξίες τον χρόνο, διότι είναι αποδεικτικά ενός ήθους μοναδικού:  αυτού που παρουσιάζει όποιος έχει σχέση με τον Θεό και ζει την εμπειρία της Εκκλησίας.

«Σοφοί» στην γλώσσα της Εκκλησίας ονομάζονται όσοι σηκώνουν τον σταυρό τους και βοηθούν και τους άλλους ανθρώπους να πράξουν το ίδιο. Είναι όσοι γνωρίζουν τον Θεό και μέσα από τα δημιουργήματά Του (η λεγόμενη «φυσική θεωρία») και διά της αγιοπνευματικής εμπειρίας της θεώσεως, δηλαδή της μετοχής στον τρόπο των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Είναι αυτοί που πιστεύουν με όλη τους την ύπαρξη και αποκτούν μία τέτοια φώτιση που τους επιτρέπει να διακρίνουν τα του κόσμου όχι για δική τους δόξα, αλλά προς δόξαν Θεού. Είναι όσοι βλέπουν στον κάθε άνθρωπο την εικόνα του Θεού και τον εαυτό τους τον πρώτο των αμαρτωλών.  Είναι, τελικά, όσοι  εις πείσμα των καιρών αποδέχονται τον λόγο του Σταυρού και της Αναστάσεως στις καρδιές τους και τον κάνουν πράξη στην ζωή τους, ακόμη κι αν αυτός φαίνεται μωρία.

Στο πρόσωπο του Αγίου Σπυρίδωνος βλέπουμε την απόλυτη εφαρμογή των λόγων του αποστόλου Παύλου: «γέγραπται γαρ. απολώ την σοφίαν των σοφών, και την σύνεσιν των συνετών αθετήσω. Πού σοφός; πού γραμματεύς; πού συζητητής του αιώνος τούτου; ουχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου; επειδή γαρ εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν, ευδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας. Επειδή και Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Έλλησι, Χριστόν  Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν. Ότι το μωρόν του Θεού σοφώτερον των ανθρώπων εστί, και το ασθενές του Θεού ισχυρότερον, των ανθρώπων εστί» (Α’ Κορ. 1, 19-25).

Ο άγιος έγινε σοφός γιατί πίστεψε στον Χριστό. Ο Χριστός ήταν η σοφία του και μπορεί ο άγιος να ήταν απλός, «μωρόν και ασθενές του Θεού», αλλά αναδείχτηκε  σοφώτερος από όλη την σοφία των ανθρώπων και ισχυρότερος από όλη την δύναμή τους. Διότι, πιστεύοντας στον Χριστό, ο Άγιος έδωσε απάντηση σε όλα τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής. Θεός, άνθρωπος, κόσμος, χρόνος, αιωνιότητα, θάνατος, ανάσταση και ελπίδα περνούν μέσα από την πίστη και την σχέση με τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα. Και γι’  αυτό και οι άνθρωποι εμπιστεύονταν τον Άγιο, όχι γιατί ήθελαν την κοσμική του σοφία, αλλά γιατί έβλεπαν και ζούσαν την κατά Θεόν σοφία του. Το ίδιο όμως και οι σπουδαίοι Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι συμμετείχαν στην Α’ Οικουμενική Σύνοδοι. Οι μορφωμένοι και σοφοί και κατά κόσμον και κατά Θεόν διατύπωσαν τα δόγματα της πίστης, όμως ο απλός και ταπεινός Σπυρίδων επιβεβαίωσε την ορθότητά τους με το θαύμα του κεραμιδιού.

Στη ζωή της Εκκλησίας δεν προηγούνται οι έννοιες, οι σκέψεις, οι διατυπώσεις της Αλήθειας σε δόγματα, προτάσεις αξιωματικές που γίνονται αποδεκτές από τη συνείδηση του πληρώματος. Προηγείται η Αλήθεια, η οποία γίνεται κατανοητή όταν βιώνεται. Και τα δόγματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η διατύπωση εν λέξεσι, εν εικονίσμασι, εν μυστηρίοις του βιώματος της Αλήθειας. Γι’ αυτό ο Ποιμήν Σπυρίδων, βιώνοντας την Αλήθεια της Τριάδος, διατυπώνει στην απλότητα των υλικών ενός κεραμιδιού (το χώμα, το νερό και η φωτιά που γίνονται ένα) το βίωμά του, που γίνεται δόγμα.

Η Εκκλησία ανά τους αιώνες δεν θα πάψει να καταδεικνύει τους Αγίους ως τα πρότυπα της κατά Χριστόν ζωής. Της μακαριότητας και της σοφίας. Η πρόταση της πίστεώς μας δεν είναι ανθρωποκεντρική, όπως του πολιτισμού μας. Είναι θεανθρωποκεντρική, διότι κέντρο της ζωής και του βιώματός μας είναι ο Χριστός και η σχέση μας μαζί Του. Ο ελλαδικός χώρος ευλογήθηκε στα δύο ακρότατά του, την Κύπρο και την Κέρκυρα,  να έχει ως φυλακτήριο και πρότυπο τον Άγιό μας Σπυρίδωνα και να μας προτρέπει όχι απλώς να τον μιμηθούμε, αλλά να εμπιστευθούμε το ήθος και την ζωή του που ξεπερνούν τον χρόνο του παρόντος κόσμου, εις πείσμα των καιρών μας και της απομακρύνσεως των λέξεων και των εννοιών από την αυθεντική ερμηνεία της παραδόσεώς μας.

Διαβλέποντας λοιπόν τα στοιχεία της αγιότητος, της μακαριότητος και της σοφίας με τα οποία κατακοσμήθηκε ο Άγιός μας, δεν μπορεί παρά να  αναφωνούμε: «Χαίροις αρχιερέων κανών, της Εκκλησίας αδιάσειστον έρεισμα· το κλέος των Ορθοδόξων, η των θαυμάτων πηγή, της αγάπης ρείθρον μη κενούμενον…». «Πράος και κληρονόμος της γης, Συ, των πραέων αληθώς αναδέδειξαι, Σπυρίδων, πατέρων δόξα, ο ταις νευραίς των σοφών και απλών σου λόγων, θεία χάριτι, εχθρόν τον παμπόνηρον και παράφρονα Άρειον εναποπνίξας, και το δόγμα το ένθεον και σωτήριον ανυψώσας εν Πνεύματι…». «Εκ ποιμνίων ώσπερ τον Δαυΐδ, σε αναλαβόμενος ο Πλαστουργός, λογικής ποίμνης έθετο ποιμένα πανάριστον, τη απλότητι και πραότητι λάμποντα και τη ακακία, όσιε, Ποιμήν καλλωπιζόμενον». «Μωυσέως το άπλαστον, Δαυίδ το πράον, Ιώβ του Αυσίτιδος το άμεμπτον κτησάμενος, του Πνεύματος γέγονας κατοικητήριον, μέλπων, Ιερώτατε: Ο ων ευλογημένος και υπερένδοξος». «Σε εξ αλόγου ποίμνης μετήγαγεν εις λογικήν το Πνεύμα, πνευματοφόρε, ως τον Μωσέα και Δαυίδ ων εμιμήσω το πράον, Σπυρίδων, φως οικουμένης»!

Χριστός ανέστη! Αληθώς ανέστη, αδελφοί!


 
 



 

 

 

 

 

 

Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

Τα Μπάσματα του Αγίου Σπυρίδωνος




Πραγματοποιήθηκαν το απόγευμα της Τρίτης 18 Απριλίου 2017 τα Μπάσματα του Ιερού Σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνος ( η επανατοποθέτηση δηλαδή του Ιερού Λειψάνου, εντός της λάρνακας που φυλάσσεται ), με την παρουσία πλήθους κόσμου.

Στο σύντομο λόγο του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριος, προέτρεψε τους πιστούς να κρατήσουν μέσα στις καρδιές τους τη Χάρη του Αναστάντος Κυρίου μας, δια πρεσβειών του Αγίου Σπυρίδωνος του Θαυματουργού, στο ιερό σκήνωμα του οποίου βλέπουμε και την ανάσταση και την αφθαρσία που χαρίζει ο Ιησούς Χριστός.
 













 

 

Κυριακή 16 Απριλίου 2017

Ο Εσπερινός της Αγάπης στην Ι.Μ. Κερκύρας




Τελέστηκε το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα 16 Απριλίου 2017 στον Μητροπολιτικό Ναό της Υ.Θ. Σπηλαιωτίσσης, ο Εσπερινός της Αγάπης, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου.

Το Ευαγγέλιο διαβάστηκε στις εξής γλώσσες : Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Λατινικά, Σουηδικά, Αλβανικά, Ρουμανικά, καθώς και στην Ομηρική διάλεκτο.

Ο κ. Νεκτάριος στο λόγο του σημείωσε ότι όλων  μας την ημέρα της Αναστάσεως, η καρδιά μας είναι γεμάτη από ανεκλάλητη χαρά, διότι εσωτερικά ο καθένας μας έχει τη βεβαιότητα της ελπίδος και της προσωπικής του αναστάσεως. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο μήνυμα από το μήνυμα της Αναστάσεως, της χαράς, της ελπίδος και  της αθανασίας, πράγματα τα οποία δεν μπορεί να μας τα προσφέρει κανένας, ό,τι και αν μας υπόσχονται και ό,τι και αν μας υποσχεθούν, μόνον ο Αναστάς Κύριός μας μπορεί να δώσει χαρά ατέλειωτη μέσα στην καρδιά μας. Ελπίδα βεβαία μέσα στην καρδιά μας και την αθανασία, από αυτό που όλοι μας φοβόμαστε, το θάνατο.

Καταλήγοντας ο Σεβασμιώτατος τόνισε ότι ο κάθε Χριστιανός αυτή την ημέρα, έστω και χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει, γιατί γιορτάζει αυτή τη μεγάλη ημέρα, μέσα του ωθείται από όλες αυτές τις βεβαιότητες.

Ακόμη ευχήθηκε στους Ιερείς της τοπικής Εκκλησίας και στους πιστούς το Ανέσπερο Φως της Αναστάσεως να φωτίζει τη ζωή τους, να την καταυγάζει και να τους οδηγεί στο δρόμο της ειρήνης και της Χάριτος του Τριαδικού  Θεού.