Το
απόγευμα της Δευτέρας 29 Ιανουαρίου 2018 πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο
της Ι.Μ. Κερκύρας, εκδήλωση για τους Τρεις Ιεράρχες, με την παρουσία πλήθους
κόσμου.
Την
εκδήλωση άνοιξε η Χορωδία της Σχολής Εκκλησιαστικής Μουσικής της Ι.Μ. Κερκύρας “Ο
Άγιος Αρσένιος”, υπό την διεύθυνση του Πρωτοψάλτου κ. Γεωργίου Λαδοβρέχη, η
οποία έψαλλε ύμνους, αφιερωμένους στους εορτάζοντες Τρεις Ιεράρχες.
Στον
χαιρετισμό του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων
Νήσων κ. Νεκτάριος τόνισε ότι οι Τρεις Ιεράρχες είναι εκείνοι οι οποίοι όχι
μόνο υπήρξαν διδάσκαλοι, αλλά διάνοιξαν τις οδούς για να φθάσουμε στην
Θεογνωσία. Δύο στοιχεία ξεχωρίζουν στην
εποχή μας. Το πρώτο έχει να κάνει με το
απρόσωπον της εποχής και το δεύτερο είναι το προσωπείο. Από τη μια πλευρά
δηλαδή ο σύγχρονος άνθρωπος περιορίζεται στο εγώ του, χωρίς να τον νοιάζει
απολύτως ο αδελφός του και από την άλλη μεγάλη μερίδα των σύγχρονων κοινωνιών,
για να φανούν τάχα εκσυγχρονιστές απορρίπτουν τόσο τις παραδόσεις τους, όσο και
τον τρόπο ζωής των προηγούμενων γενεών ή δηλώνουν με κομπασμό ότι είναι ώρα να
ξεπεράσουμε τους Πατέρες, το Άγιο Πνεύμα με άλλα λόγια, που ενέπνευσε και
καθοδήγησε όλους τους Πατέρες της Πίστεώς μας.
Ακόμη
ο κ. Νεκτάριος διατύπωσε μετά λύπης του ότι ακόμη και η εορτή των Τριών
Ιεραρχών, η οποία καθιερώθηκε από τον 11ο κιόλας αιώνα, προϊόντος
του χρόνου τείνει να καταργηθεί από τους κρατούντες, ως μέρος του γενικού
σχεδιασμού εξαλείψεως όλων εκείνων των στοιχείων που συνθέτουν τον Ελληνικό
κοινωνικό ιστό.
Καταλήγοντας
ο Σεβασμιώτατος ευχήθηκε όλοι μας να ιχνηλατούμε στις οδούς που χάραξαν εν Αγίω
Πνεύματι οι Τρεις Ιεράρχες και όχι να ακροβατούμε, έχοντας την ψευδή βεβαιότητα
ότι μονάχα με τις δικές μας δυνάμεις θα μπορέσουμε να δώσουμε απαντήσεις στα
υπαρξιακά μας προβλήματα.
Ομιλητής
της εκδήλωσης ήταν ο Αιδεσιμολ. Πρωτ. Θεμιστοκλής Μουρτζανός, Γενικός
Αρχιερατικός Επίτροπος της Ι.Μ. Κερκύρας, ο οποίος επεσήμανε ότι στην εποχή μας ελάχιστα γνωρίζουμε για τους
Τρεις Ιεράρχες και την συμβολή τους στην διαμόρφωση της εκπαιδευτικής
διαδικασίας, καθώς σήμερα δεν μας ενδιαφέρει το ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά η
χρησιμοθηρία και η πρακτικότητα. Έτσι, χωρίς να γίνεται ευθεία επίθεση στην
γιορτή, την αφήνουμε να σβήσει σιγά-σιγά.
Οι Τρεις Ιεράρχες ήταν άνθρωποι
κυριολεκτικά θεόπνευστοι. Γι’ αυτούς ο άνθρωπος είναι πρόσωπο ως
υπόσταση πλασμένη από τον Τριαδικό Θεό κατ’ εικόνα Του και ομοίωσί Του. Σκοπός
της ζωής μας είναι να γίνουμε θεούμενες υπάρξεις. Αν έχουμε αυτόν τον γενικό
στόχο στην ζωή μας, τότε και στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν θα περιοριστούμε στην
γνώση, αλλά θα παλέψουμε για την γνώση του Θεού. Γι’ αυτό και η παιδεία δεν
είναι τίποτε άλλο παρά η μετάληψη της αγιότητας. "Ἡ παιδεία μετάληψις ἁγιότητος
ἐστι" , λέει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος. Αυτό σημαίνει ότι
τελικά σκοπός της παιδείας δεν είναι απλώς η προσφορά γνώσεων, αλλά το
ανθρώπινο πρόσωπο να βρει την οδό της αγιότητας, δηλαδή της γνώσης και της
τιμής του Θεού, της αρετής και της κατά Θεόν διαγωγής, τουτέστιν της αγάπης και
της αληθινής κοινωνίας, ώστε να ενεργοποιήσει την δυνατότητα του καθ’ ομοίωσιν.
Εδώ έρχεται το στοιχείο της προαίρεσης
του μαθητή, με την έννοια της καλλιέργειας της δυνατότητας κριτικής πρόσληψης
και της γνώσης και της ζωής, η οποία προϋποθέτει συναίσθηση της ελευθερίας που
ο Θεός μας έχει δώσει. Με την καλλιέργεια της προαίρεσης, ενισχύεται η οδός
προς το αγαθό. Ειδικότερα, ο δάσκαλος καλείται να εργαστεί στην καλλιέργεια της
δίψας για γνώση και σοφία, την οποία μπορεί να εμφυσήσει στον μαθητή.
Ταυτόχρονα, στην δίψα για κοινωνικότητα και αγάπη, αλλά και για
δημιουργικότητα. Ο άνθρωπος δεν είναι προορισμένος, προγραμματισμένος. Μπορεί
να λειτουργήσει με πρωτοτυπία και ελευθερία. Και έργο του δασκάλου είναι να
βοηθήσει τον μαθητή να εργαστεί σ’ αυτή την προοπτική, να συναντήσει δηλαδή τον
στοχασμό των Τριών Ιεραρχών.
Ο δάσκαλος χρειάζεται ο ίδιος να
δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες, κατά τις οποίες όλοι οι μαθητές του θα
προχωρήσουν σε συνάντηση με την αρετή και το ήθος, αλλά και σε συνάντηση μεταξύ
τους. Η σχολική αίθουσα είναι κοινωνία συλλογικότητας. Ο δάσκαλος και οι
μαθητές καλούνται να λειτουργήσουν ως οικογένεια, δηλαδή ως μία μικρή
κοινότητα, στην οποία ο δάσκαλος θα θέσει τους στόχους της πορείας της, αφού
λάβει υπ’ όψιν την ετερότητα του προσώπου του κάθε μαθητή.
Όλα αυτά μπορεί να φαντάζουν θεωρίες
στην εποχή μας, στην οποία κυριαρχεί το πρακτικό και χρήσιμο από την μία του
Διαφωτισμού, αλλά και η αυτο-ειδωλοποίηση του ανθρώπου στα πλαίσια της
μετα-νεωτερικότητας. Ο άνθρωπος δεν θεωρεί τον εαυτό του εικόνα Θεού, αλλά
αυτόνομη ύπαρξη, που υπάρχει όχι για να εκπληρώσει κάποιο σκοπό στη ζωή του που
πηγάζει και από την συλλογικότητα στην οποία ανήκει, αλλά για να γίνει από
μόνος του ευτυχισμένος.
Σκοπός στην πράξη του εκπαιδευτικού
συστήματος, συνέχισε ο π. Θεμιστοκλής, είναι να υπηρετήσει την κοινωνία στην οποία
υφίσταται. Απουσιάζει από το εκπαιδευτικό σύστημα το όραμα για μια κοινωνία
διαφορετική σε σχέση μ’ αυτή στην οποία ζούμε. Η γνώση έχει μετατραπεί σε
πληροφορία, χωρίς ιεράρχηση του σημαντικού, και αυτό μεταφέρεται και στην
καθημερινότητα της τάξης, αλλά και της σχολικής ζωής. Παράλληλα, το σχολείο
παλαιότερα, παρότι κινούνταν σε αρκετά αυταρχικά πλαίσια, εντούτοις διέσωζε το
στοιχείο της ιεραρχίας και του σεβασμού. Το σχολείο είχε πλαίσια και κανόνες,
που λειτουργούσαν εν γνώσει όλων, ενώ σήμερα, η κοινωνία δείχνει ανοχή στην
ανομία και μεταφέρει την ανοχή στο σχολείο, αρνούμενη να ζητήσει τον σεβασμό
στα πρόσωπα. Επικρατεί σύγχυση, η οποία οδηγεί σε έλλειψη ουσιαστικού
ενδιαφέροντος από πλευράς του εκπαιδευτικού συστήματος για το πρόσωπο και για
τη συλλογικότητα. Η παιδεία προσφέρει γνώσεις, αλλά δεν στέκεται στη γνώση για
τον άνθρωπο.
Εξάλλου, επειδή οι πυρήνες της συλλογικότητας
έχουν μετατραπεί σήμερα σε πανδοχεία, όπως η οικογένεια που είναι το πανδοχείο
του ύπνου, της απόλαυσης και της κάλυψης των βιοτικών αναγκών και η Εκκλησία
είναι το πανδοχείο της κάλυψης της θρησκευτικής ανάγκης και του θρησκευτικού
καθήκοντος, της γιορτής που θα αναμοχλεύει μέσα μας το παρελθόν και θα κρατεί
την σπίθα της ιστορίας αναμμένη, χωρίς όμως συλλογικότητα, το σχολείο μπορεί να
διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, αν ξαναβρεί τον προσανατολισμό στο πρόσωπο με
κέντρο το πρόσωπο του εκπαιδευτικού, του δασκάλου. Στη νοσηρότητα της εποχής
μας ο δάσκαλος καλείται να αναλάβει ο ίδιος να μεταδώσει στους μαθητές του τόσο
τις αξίες, όσο και την συλλογικότητα που θα οδηγήσουν τον άνθρωπο στο να
θυμηθεί ότι είναι εικόνα Θεού και καλείται να πορευθεί στο καθ’ ομοίωσιν. Ότι
είναι σπουδαίο να καλλιεργεί την προαίρεσή του, γιατί η ευτυχία βρίσκεται στη
συνάντηση με το Θεό και τον συνάνθρωπο, στις γνήσιες διαπροσωπικές σχέσεις και
όχι στα αγαθά, στις πληροφορίες, στα πάθη που βαφτίζονται δικαιώματα. Με το να
μην σταματά τον καταρτισμό του. Με το να βιώνει τη διδασκαλία ως χαρά. Με το να
μην υποκύπτει στη λογική ότι «κάνε όπως κάνουν όλοι», με το να βλέπει
διακριτικά τα πρόσωπα των μαθητών του και να δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον γι’
αυτούς και όχι μόνο για την σχολική τους πρόοδο. Και πρωτίστως, με την προσευχή
του για τους μαθητές του.
Κλείνοντας ο π. Θεμιστοκλής τόνισε ότι
ο στοχασμός, το βίωμα και οι παροτρύνσεις των Τριών Ιεραρχών αποτελούν
οδοδείκτες μας στην ελπίδα να ξαναβρούμε στην παιδεία το ξεχασμένο μας
πρόσωπο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «ας
συνεισφέρει ο καθένας ό,τι μπορεί, άλλος λόγο που να είναι εύστοχος, άλλος την
σιωπή όπου χρειάζεται, η οποία είναι ο καλύτερος λόγος. Άλλος να προσφέρει τη
διδασκαλία που δεν έχει ψεγάδι και τη ζωή του που να μην αντιτίθεται στη
διδασκαλία αυτή, και άλλος να προσφέρει την ακοή και αποδοχή των λόγων, με
προθυμία και ευγνωμοσύνη».
Στην
εκδήλωση χαιρετισμό απηύθυναν ο Αρχιεπίσκοπος των εν Κερκύρα Ρωμαιοκαθολικών
Ιωάννης Σπιτέρης, ο Περιφερειακός διευθυντής Εκπαίδευσης Ιονίων Νήσων κ. Κώστας
Γκούσης, ο οποίος αναφέρθηκε ιδιαιτέρως στην ιερότητα της παιδείας και η
πρόεδρος της Ένωσης Χριστιανών Επιστημόνων κα Ειρήνη Μαλαχά.
Να
σημειωθεί ότι κατά την διάρκεια της εκδήλωσης προβλήθηκε οπτικοακουστικό υλικό
αφιερωμένο στους Τρεις Ιεράρχες, από το Γραφείο Νεότητος της Ιεράς Μητροπόλεως.
Τέλος
την εκδήλωση συντόνισε ο κ. Χρήστος Δεσύλλας Δρ. Ιστορίας-Θεολόγος και
διευθυντής του Ιδιαιτέρου Γραφείου του Σεβασμιωτάτου.